Σαν σήμερα, στις 13 Δεκεμβρίου 1943 ημέρα Δευτέρα, πραγματοποιήθηκε μία από τις μεγαλύτερες θηριωδίες στον ελληνικό χώρο κατά τη διάρκεια του Β’ παγκοσμίου Πολέμου με την εκτέλεση 499 Καλαβρυτινών, από στρατιώτες της γερμανικής 117ης Μεραρχίας Καταδρομών, στο πλαίσιο της επιχείρησης «Καλάβρυτα» (Unternehmen Kalavryta).
«Τα μέλλοντα είναι κατά το μεγαλύτερο
μέρος όμοια με όσα έχουν γίνει»
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
Είναι η πιο βαριά περίπτωση πολεμικού εγκλήματος στην Ελλάδα, κατά τη διάρκεια του Β' Παγκόσμιου πολέμου. Η διαταγή της μαζικής δολοφονίας, στο πλαίσιο της επιχείρησης «Καλάβρυτα», ξεκίνησε στη βόρεια Πελοπόννησο, όταν τα στρατεύματα της Βέρμαχτ στην πορεία τους έκαψαν χωριά και δολοφόνησαν άμαχο πληθυσμό . Η διαταγή για την επιχείρηση δόθηκε μετά την καταστροφή του λόχου Σόμπερ (Hauptmann Hans Schober) από δυνάμεις ανταρτών στην Μάχη της Κερπινής στις 17 Οκτωβρίου 1943 ενώ η ίδια η εκτέλεση διετάχθη μέσω ασυρμάτου το απόγευμα της 8 Δεκεμβρίου 1943, λίγες ώρες μετά την ανακάλυψη της τύχης των αιχμαλώτων που εκτελέστηκαν .
Οι Γερμανοί, στο δρόμο για τα Καλάβρυτα, εκτέλεσαν 143 άνδρες, στα χωριά Ρωγοί, Κερπινή, Άνω και Κάτω Ζαχλωρού, καθώς και στη Μονή Μεγάλου Σπηλαίου. Επίσης έκαψαν περίπου 1.000 σπίτια σε πάνω από 50 χωριά, αφού τα λεηλάτησαν αποκομίζοντας περισσότερα από 2.000 πρόβατα και μεγαλύτερα ζώα και περίπου 260.000.000 δραχμές.
Μπαίνοντας στα Καλάβρυτα ο Γερμανός διοικητής Ebersberger θέλησε να καθησυχάσει τους φοβισμένους κατοίκους. Ανέβηκε σ' ένα μπαλκόνι, κι άρχισε να μιλάει.
«Οι κάτοικοι -είπε- δεν πρέπει να φοβούνται. Να ησυχάσετε και να παραδώσετε, αν έχετε, όπλα και πολεμικό υλικό. Εμείς καταδιώκουμε μόνο αντάρτες. Επειδή βγαίνουν περίπολα δεν πρέπει να κυκλοφορείτε πέραν της 16.00 ώρας. Από την πόλη επίσης δε θα βγείτε, διότι, όποιος επιχειρήσει κάτι τέτοιο, θα θεωρείται ως αντάρτης και αμέσως θα εκτελείται. Να μας υποδείξετε, πού κρύβονται οι αντάρτες να τους τιμωρήσουμε. Εμείς τους αθώους δεν τους πειράζουμε καθόλου».Έδωσε μάλιστα και το λόγο της στρατιωτικής του τιμής για να κατευνάσει τους ανήσυχους και φοβισμένους κατοίκους.
Οι Γερμανοί όμως μπλόφαραν. Αφού προχώρησαν αρχικά στην πυρπόληση των σπιτιών που ανήκαν σε αντάρτες και στην αναζήτηση των Γερμανών τραυματιών της μάχης της Κερπινής, στις 12 Δεκεμβρίου ετοίμαζαν τα πράγματά τους δήθεν για αναχώρηση. Στις 13 Δεκεμβρίου, όμως, νωρίς το πρωί κατέφθασε στην κωμόπολη δύναμη γερμανικού στρατού, με επικεφαλείς ανώτατους αξιωματικούς. Οι καμπάνες της κεντρικής Εκκλησίας ήχησαν και οι Γερμανοί αξιωματικοί διέταξαν όλους τους κατοίκους να συγκεντρωθούν στο δημοτικό σχολείο της κωμόπολης, έχοντας μαζί τους μία κουβέρτα και τρόφιμα μιας ημέρας.
Κλείδωσαν όλες τις γυναίκες και τα παιδιά κάτω των 14 στο σχολείο και διέταξαν όλους τους άνδρες από 14 και πάνω να παρουσιαστούν έξω από το χωριό.
Όλος ο ανδρικός πληθυσμός στη συνέχεια οδηγήθηκε σε φάλαγγες στην κοντινή Ράχη του Καπή (στο «χωράφι του Καπή»). Το χωράφι αυτό ήταν μια επικλινής τοποθεσία σε σχήμα αμφιθεάτρου από το οποίο κανείς δεν μπορούσε να γλιτώσει, ενώ παράλληλα είχε πλήρη θέα της πυρπόλησης και καταστροφής των περιουσιών και των σπιτιών του χωριού. Λίγες ώρες αργότερα, ριπές πολυβόλων έριχναν στο έδαφος τα σώματα 499 άτυχων Καλαβρυτινών. Δεκατρείς κάτοικοι από τους αρχικά 512 συγκεντρωθέντες κατάφεραν να επιζήσουν ακόμα και από τη «χαριστική βολή», αφού οι περισσότεροι απ’ αυτούς ήταν καταπλακωμένοι από τα νεκρά σώματα των συμπολιτών τους. Το ρολόι της Μητρόπολης στην κεντρική πλατεία των Καλαβρύτων είναι μέχρι και σήμερα σταματημένο στις 2.34΄, μ.μ. ώρα της μεγάλης σφαγής του ανδρικού πληθυσμού από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής
Οι γυναίκες και τα παιδιά κατάφεραν να αποδράσουν από το σχολείο ενώ το χωριό φλεγόταν και περιφέρονταν αλλόφρονες , μέχρι να απομακρυνθούν οι Γερμανοί από το «χωράφι του Καπή» και να αντικρύσουν τους ανθρώπους τους νεκρούς μέσα σε ένα ποτάμι αίματος που είχε σχηματιστεί. Οι εικόνες φρίκης που ακολούθησαν μέχρι την αναγνώριση των νεκρών και την ταφή τους είναι σκηνές που δύσκολα περιγράφονται.
Σήμερα ο τόπος της εκτέλεσης διατηρείται ως μνημείο για την ανάμνηση του γεγονότος και των νεκρών και εκδηλώσεις γίνονται εκεί κάθε χρόνο. Μετά τον πόλεμο, η Γερμανία εν μέρει αναγνώρισε την ευθύνη της για το έγκλημα αυτό, ωστόσο καμία αποζημίωση δεν έχει καταβληθεί μέχρι σήμερα. Στις 18 Απριλίου 2000, ο τότε πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας Johannes Rau, επισκέφτηκε την πόλη των Καλαβρύτων για να εκφράσει τα προσωπικά του αισθήματα ντροπής και θλίψης για την τραγωδία. Παρ’ όλα αυτά όμως, δεν ανέλαβε την ευθύνη εξ ονόματος του γερμανικού κράτους και δεν αναφέρθηκε στο ζήτημα των αποζημιώσεων.
http://www.psarikorinthias.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ρίξε και εσύ μια αλήθεια ή ένα ψέμα ή κι ακόμα άλλη μιά αοριστία..