Κυριακή 4 Αυγούστου 2013

4η Αυγούστου 1936. Δικτατορία Ιωάννη Μεταξά.




Ύστερα από τις εκλογές του 1936, που διεξήχθησαν με την απλή αναλογική, τα δύο μεγάλα κόμματα της εποχής, το Λαϊκό Κόμμα και το Κόμμα των Φιλελευθέρων είχαν εξασφαλίσει τη συντριπτική πλειοψηφία των βουλευτικών εδρών (284 έδρες-143 το Λαϊκό κόμμα, 141 οι Φιλελεύθεροι), ενώ ρόλο ρυθμιστικό έπαιζε πλέον το ΚΚΕ, μέσω του εκλογικού του σχήματος, του Παλλαϊκού Μετώπου, που διέθετε 15 έδρες.
Λόγω του Εθνικού
Διχασμού που αναζωπυρώθηκε από την κινηματική απόπειρα βενιζελικών αξιωματικών υπό τον Νικόλαο Πλαστήρα τα δύο μεγάλα κόμματα αδυνατούσαν να έρθουν σε συνεννόηση μεταξύ τους.
Η κυβέρνηση Ιωάννη Μεταξά 1936 ορίστηκε με το διορισμό του Ιωάννη Μεταξά (ήδη αντιπροέδρου της κυβέρνησης), στη θέση του πρωθυπουργού από τον Βασιλέα Γεώργιο Β΄ στις 13 Απριλίου 1936 μετά τον θάνατο του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Δεμερτζή και διαδέχθηκε την Κυβέρνηση Δεμερτζή.
Ο Ιωάννης (Μιχαήλ) Μεταξάς (Ιθάκη, 12 Απριλίου 1871 - Αθήνα, 29 Ιανουαρίου 1941) υπήρξε ανώτατος αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού. Έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους και το 1917 εξορίστηκε στην Κορσική. Με την επιστροφή του ίδρυσε το κόμμα των Ελευθεροφρόνων, το οποίο κατάφερε πολλές φορές να εισέλθει στη Βουλή συγκεντρώνοντας όμως χαμηλά ποσοστά.
Στις 12 Οκτωβρίου του 1922 ίδρυσε το κόμμα αυτό, το οποίο παρουσιάστηκε ως τρίτη λύση μεταξύ Βενιζελικών και Αντι-Βενιζελικών. Το κόμμα του δε βρήκε την ανταπόκριση που προσδοκούσε, με αποτέλεσμα να απογοητευτεί και να συμμετάσχει στο φιλομοναρχικό Κίνημα Λεοναρδόπουλου-Γαργαλίδη των Λεοναρδόπουλου και Γαργαλίδη. Έτσι τα μεσάνυχτα της 21 Οκτωβρίου του 1923 ξέσπασε η επανάσταση εναντίον της τότε στρατιωτικής κυβέρνησης. Το κίνημα των στρατιωτικών το καθοδηγούσε παρασκηνιακά ο Ιωάννης Μεταξάς, ο οποίος φοβόταν ότι οι επικείμενες εκλογές θα οδηγούσαν σε αβασίλευτο καθεστώς. Στην αρχή φάνηκε ότι υπερείχαν, αφού είχαν καταληφθεί όλες οι πόλεις εκτός από την Αθήνα, αλλά ύστερα από τις συντονισμένες προσπάθειες των Κονδύλη και Πάγκαλου κατάφεραν να τους περιορίσουν στην Κόρινθο. Τελικά η επανάσταση έληξε άδοξα στις 28 Οκτωβρίου. Ο Μεταξάς κατάφερε να δραπετεύσει αμέσως μετά από την καταστολή του κινήματος με νορβηγικό πλοίο από την Πάτρα με προορισμό την Ιταλία.

Το 1924 θα επιστρέψει στην Ελλάδα και θα αποδεχθεί την νέα πολιτική σκηνή. Η κατάσταση που συνάντησε ήταν πραγματικά δραματική, αφού το κόμμα του είχε διαλυθεί και λεηλατηθεί από τους Βενιζελικούς. «Κατεστράφη το κόμμα μου» γράφει χαρακτηριστικά ο Μεταξάς στο ημερολόγιό του. Στο δημοψήφισμα του 1924 για την αβασίλευτη δημοκρατία, ο Μεταξάς και ο Τσαλδάρης θα εκπροσωπήσουν τον Βασιλικό κόσμο. Προκειμένου να ανασυγκροτήσει το πολιτικό του κόμμα, ξεκινάει περιοδείες σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Μακεδονίας και της Θράκης. Με τη δικτατορία Πάγκαλου φυλακίζεται και εκτοπίζεται. Επιστρέφει όμως στις εκλογές της 11ης Νοεμβρίου του 1926, όπου συγκεντρώνει 151.044 ψήφους και καταλαμβάνει 51 έδρες από τις 286. Έτσι στις 4 Δεκεμβρίου διορίζεται υπουργός Συγκοινωνίας στην κυβέρνηση Ζαΐμη. Το Φεβρουάριο όμως του 1928 πολλά μέλη του κόμματος αποχωρούν με αποτέλεσμα να χάσει την εκλογική του δύναμη. Έτσι στις γερουσιαστικές εκλογές του 1929 οι Ελευθερόφρονες θα αποσπάσουν μόνο 22.518 ψήφους και θα αναδείξουν δύο γερουσιαστές. Το ίδιο περίπου θα συμβεί και στις βουλευτικές εκλογές του 1932, όπου το κόμμα των Ελευθεροφρόνων θα συγκεντρώσει 18.591 ψήφους και θα καταλάβει τρεις έδρες. Παρόλα αυτά θα καταφέρει να συμμετάσχει στην κυβέρνηση Τσαλδάρη, αναλαμβάνοντας τη θέση του υπουργού Εσωτερικών.  Το 1935 το κόμμα του αναδεικνύει επτά βουλευτές, με 152.285 ψήφους, ενώ το 1936 κατέλαβε πάλι επτά έδρες, με 50.137 ψήφους. Η απελπισία του ήταν έκδηλη. Στο ημερολόγιο του έγραψε: «Εκλογαί. Από χθες είχα την διαίσθησιν της αποτυχίας. Ερημιά σπιτιού. Κέντρον, χαλαρότης, μόνον οι πιστοί Κεφαλλήνες. Καμία εκδήλωσις έξω. Σήμερον επίσης, παρ' όλας τας ελπίδας οικείων και φίλων. Νύκτα εξεδηλώθη πλήρως η αποτυχία. Παντού. Εξαιρέσεις Ηλείας και Μεσσηνίας και εκεί μόνον κάτι. Εις Κεφαλληνίαν η επιτυχία όχι πλήρης. Εις Αθήνας η αποτυχία οικτρά. Συμπέρασμα, ο αντιβενιζελισμός δεν με θέλει, με απέβαλεν εκ του μέσου του. Καλλίτερα». Όλα έδειχναν ότι η πολιτική σταδιοδρομία του Μεταξά έφτανε στο τέλος της.

Μετά τις εκλογές της 26ης Ιανουαρίου του 1936 οι βενιζελικοί και οι αντιβενιζελικοί δεν μπόρεσαν όμως να σχηματίσουν κυβέρνηση, εξαιτίας των διαφωνιών κυρίως για το ζήτημα της επανόδου στο στράτευμα των απότακτων δημοκρατικών αξιωματικών του κινήματος του 1935.
Με σειρά πρωτοβουλιών του, ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄ κατάφερε να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του πολιτικού σκηνικού: στις 5 Μαρτίου ο Γεώργιος διόρισε εν αγνοία του πρωθυπουργού υπουργό στρατιωτικών τον Μεταξά, θέση στην οποία θα παρέμενε μέχρι το θάνατό του το 1941. Η πολιτική σημασία της πράξης ήταν μεγάλη, καθώς ο Μεταξάς, εκτός από αφοσιωμένος φιλοβασιλικός, ήταν ένας από τους λιγοστούς πολιτικούς που είχαν υποστηρίξει την επιβολή ενός αυταρχικού, μη κοινοβουλευτικού καθεστώτος στην Ελλάδα.
 Στις 14 Μαρτίου ορκίστηκε η κυβέρνηση Δεμερτζή, με αντιπρόεδρο και υπουργό στρατιωτικών τον Ιωάννη Μεταξά. Ο Δεμερτζής πέθανε αιφνιδίως στις 13 Απριλίου και την ίδια ημέρα ο βασιλιάς, δίχως να ενημερώσει τους πολιτικούς αρχηγούς, διόρισε τον Μεταξά πρωθυπουργό.

Μετά από νέα αποτυχία των Φιλελευθέρων να έλθουν σε συμφωνία με τα κόμματα της αντιβενιζελικής παράταξης, η κυβέρνησή Μεταξά εξασφάλισε ψήφο εμπιστοσύνης από την Βουλή με 241 ψήφους υπέρ, 16 κατά, τους βουλευτές του Κ.Κ.Ε. και τον Γεώργιο Παπανδρέου, και 4 αποχές στις 27 Απριλίου.
Τρεις μέρες αργότερα, η Βουλή με ψήφισμά της διέκοψε τις εργασίες της για πέντε μήνες εξουσιοδοτώντας την κυβέρνηση να εκδίδει νομοθετικά διατάγματα για όλα τα θέματα, με τη σύμφωνη γνώμη μιας κοινοβουλευτικής επιτροπής, η οποία δε λειτούργησε ποτέ.
Μετά το θάνατο του τότε πρωθυπουργού Δεμερτζή, ο βασιλιάς Γεώργιος διόρισε πρωθυπουργό τον Ιωάννη Μεταξά, γνωστό οπαδό τότε της δικτατορικής εκτροπής. Ο διορισμός του Μεταξά συνέπεσε με την ευρεία ενεργοποίηση της εργατικής τάξης, που πιεζόταν από την καταθλιπτική οικονομική κατάσταση. Με αφορμή την Γενική Απεργία που είχαν κηρύξει για τις 5 Αυγούστου του '36 τα συνδικάτα με πρόταση του ΚΚΕ, ο Μεταξάς ζήτησε την αναστολή σημαντικών άρθρων του Συντάγματος και με τη στήριξη του βασιλιά οδήγησε στην δικτατορία της 4ης Αυγούστου.
Στις 4 Αυγούστου 1936, παραμονή της  εικοσιτετράωρης πανελλαδικής απεργίας, ο Μεταξάς, επικαλούμενος τον κίνδυνο εσωτερικών ταραχών και την ασταθή διεθνή κατάσταση, συγκάλεσε έκτακτο υπουργικό συμβούλιο και ανακοίνωσε την απόφασή του α) να αναστείλει επ' αόριστον την ισχύ πολλών διατάξεων του Συντάγματος που κατοχύρωναν τις προσωπικές και συλλογικές ελευθερίες και β) χωρίς να προκηρύξει εκλογές, να διαλύσει τη Βουλή με τη συγκατάθεση του βασιλιά, ο οποίος εξέδωσε δύο διατάγματα με τα οποία καταλύθηκε ο κοινοβουλευτισμός και επιβλήθηκε η δικτατορία.
Έτσι στις 4 Αυγούστου 1936 ο Ιωάννης Μεταξάς εγκαθίδρυσε δικτατορία (το Καθεστώς της 4ης Αυγούστου) και κυβέρνησε μέχρι το θάνατό του στις 29 Ιανουαρίου 1941. Στις 29 Ιανουαρίου 1941, κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και για την Ελλάδα συγκεκριμένα κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940, μετά το θάνατο του Μεταξά, ανέλαβε η Κυβέρνηση Αλέξανδρου Κορυζή.

Το καθεστώς της 4ης Αυγούστου μπορεί να χαρακτηριστεί ως δεξιό αυταρχικό και ως πατερναλιστικό. Παρά τις επιρροές του από το φασισμό και το ναζισμό, η 4η Αυγούστου δεν ταυτίζεται με τα καθεστώτα της ναζιστικής Γερμανίας και της φασιστικής Ιταλίας. Εξάλλου, δεν υιοθετούσε τις φυλετικές-ρατσιστικές διακρίσεις του ναζισμού (χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι επιτρεπόταν στους Έλληνες Εβραίους η συμμετοχη στην ΕΟΝ). Επιπλέον, σε αντίθεση με το φασισμό και το ναζισμό, η δικτατορία του Μεταξά δεν απέκτησε ποτέ λαϊκή βάση, παρά τις προσπάθειες της, ούτε είχε ριζοσπαστική-κινηματική βάση. Μια προσπάθεια να αναγνωριστεί η μεταξική δικτατορία ως λαϊκά αποδεκτή ήταν η ίδρυση της Εθνικής Οργάνωσης Νεολαίας. Σαν σύμβολο της Νεολαίας επιλέχθηκε ο μινωικός διπλός πέλεκυς στη λογική του "πρώτου συμβόλου όλων των ελληνικών πολιτισμών". Η ένταξη ωστόσο στους κόλπους της δεν υπήρξε υποχρεωτική.

Ο Μεταξάς δημιούργησε και διέδωσε την ιδεολογία του «Γ΄ Ελληνικού Πολιτισμού», στην οποία στηρίχτηκε το κράτος της 4ης Αυγούστου. Οι οπαδοί του καθεστώτος θεωρούσαν ότι οι σύγχρονοι Έλληνες οφείλουν να είναι οι συνεχιστές του Αρχαίου(Α΄) και Βυζαντινού (Β΄) Πολιτισμού και ότι να έχουν ως σκοπό τη φυλετική ενότητα του έθνους, καθώς και τη διατήρηση των παραδόσεων. Το ιδανικό πολίτευμα κατά τον Μεταξά δεν ήταν η Αθηναϊκή Δημοκρατία, αλλά η στρατοκρατική Σπάρτη και η αρχαία Μακεδονία η οποία ενοποίησε πολιτικά την αρχαία Ελλάδα. Ο Μεταξάς προσπαθούσε να προβάλει τον εαυτό του ως τη μοναδική ελπίδα σωτηρίας σε ένα διαιρεμένο έθνος, ενώ στρεφόταν εχθρικά απέναντι στον "παλαιοκομματισμό" και τις κοινοβουλευτικές τακτικές του παρελθόντος. Οι βασικές διαφορές με το Γ΄ Ράιχ έγκεινται στο ότι δεν εφάρμοσε και δεν πίστευε σε μια ιμπεριαλιστική πολιτική, σε αντίθεση με τη Γερμανία, η οποία προκάλεσε τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, καθώς και στο ότι η ιδεολογία περί «Γ΄ Ελληνικού Πολιτισμού» δε βρήκε τόσο πλατιά απήχηση στις μάζες όσο βρήκε η εθνικοσοσιαλιστική ιδεολογία στη Γερμανία. Στην λογική του κοινωνικού ελέγχου, το καθεστώς προχώρησε στην επιβολή λογοκρισίας στον Τύπο, ενώ απαγόρεψε την ηχογράφηση και διακίνηση ρεμπέτικων τραγουδιών που περιείχαν ή βασίζονταν σε «ανατολίτικους» δρόμους αλλά και τραγούδια με χασικλίδικη θεματολογία όπως και κάποια σατιρικά.

Το καθεστώς της 4ης Αυγούστου, προσπαθώντας να κερδίσει κοινωνική υποστήριξη, προώθησε φιλολαϊκά μέτρα, όπως το οκτάωρο και κάποιες υποχρεωτικές βελτιώσεις στο εργασιακό περιβάλλον, ενώ επένδυσε στην άμυνα. Τα αγροτικά προϊόντα άρχισαν να πωλούνται ακριβότερα και ελευθερώθηκαν τα χρέη πάνω στη γη. Από πλευράς επενδύσεων η περίοδος της 4ης Αυγούστου μπορεί να θεωρηθεί ευνοϊκή, αφού την περίοδο 1936-1938 ιδρύθηκαν 567 εργοστάσια. Ο προϋπολογισμός επίσης έδινε βάση στην στρατιωτική οργάνωση γι' αυτό ήταν και ιδιαίτερα αυξημένος.

Κύριο γνώρισμα της Δικτατορίας της 4ης Αυγούστου ήταν ο σφοδρός αντικομμουνισμός. Εξάλλου η επιβολή της στηρίχθηκε στην "κομμουνιστική απειλή". Η δικτατορία καταδίωξε άγρια το ΚΚΕ, βασανίζοντας τα μέλη του με πρωτόγνωρες μεθόδους και εκτελώντας άλλα, μεταξύ άλλων μεθόδων και με εκπαραθυρώσεις. Πάντως δεν υπήρχε κάποιος οργανωμένος σχεδιασμός για μαζικές εκτελέσεις των κομμουνιστών όπως για παράδειγμα συνέβαινε στην Φρανκική Ισπανία. Ο Μεταξάς, ο ίδιος φανατικός αντικομμουνιστής, είχε συσπειρώσει γύρω του μερικούς από τους πιο σκληρούς αντικομμουνιστές, όπως τον Κωνσταντίνο Μανιαδάκη, πρώην στρατιωτικό, και τον Αριστείδη Δημητράτο, δεξιό εθνικόφρονα συνδικαλιστή και πρώην κομμουνιστή. Επιπλέον, η δικτατορία είχε στείλει ορισμένα κορυφαία στελέχη της Ασφάλειας(μεταξύ άλλων το Σπύρο Παξινό) στη Γκεστάπο για εκπαίδευση στη δίωξη και αντιμετώπιση του Κομμουνισμού. Το καθεστώς προχώρησε ακόμα σε διώξεις και μη κομμουνιστών, πολιτικών αντιπάλων του και διαφωνούντων, προχωρώντας συχνά στο μέτρο των εξοριών σε νησιά του Αιγαίου.
Επίσης, στον τομέα των μειονοτήτων, το καθεστώς προσπάθησε να επιβάλλει τη χρήση της ελληνικής γλώσσας σε δημόσιους αλλά και ιδιωτικούς χώρους, με κυριότερα θύματά του τους σλαβόφωνους πληθυσμούς και σλαβομακεδόνες. Δεν υιοθετήθηκε όμως κάποιο σχέδιο μαζικής εξόντωσης ή εκτοπισμού, όπως συνέβη με ανάλογα καθεστώτα στην Ευρώπη.


Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, ο Μεταξάς προσπάθησε να ισορροπήσει μεταξύ της Αγγλίας, η οποία ήταν η κυρίαρχη ναυτική δύναμη της Μεσογείου και προς την οποία άλλωστε στρέφονταν οι συμπάθειες του βασιλιά και της Γερμανίας, με το ολοκληρωτικό καθεστώς της οποίας υπήρχε ιδεολογική συνάφεια, αλλά και στενότατοι οικονομικοί δεσμοί. Όμως, όπως αποδεικνύει η «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» της Εκδοτικής Αθηνών, ήδη από το 1939 η Ελλάδα είχε ευθυγραμμιστεί απόλυτα με τους Βρετανούς, οι οποίοι αποδέχονταν την ουδέτερη στάση της Ελλάδας εξαιτίας της αδυναμίας τους να της παράσχουν ουσιαστική στρατιωτική υποστήριξη.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα των στενών σχέσεων που υπήρχαν μεταξύ των δύο κυβερνήσεων είναι το γεγονός ότι ο Μεταξάς πρότεινε το 1938 στην αγγλική κυβέρνηση τη σύναψη αμυντικής συμμαχίας, την οποία η αγγλική κυβέρνηση αρνήθηκε διπλωματικά αφού δεν είχε λόγο να αμφιβάλλει σχετικά με την στάση της Ελλάδας σε επικείμενο πόλεμο. Αντίθετα, με τη γερμανική κυβέρνηση οι σχέσεις ήταν τυπικές, αφού η Ελλάδα είχε πολλά οφέλη από τις οικονομικές επενδύσεις των Γερμανών. Σημαντικό ρόλο στις διπλωματικές σχέσεις των δύο χωρών διαδραμάτισε και η στάση της Ιταλίας, λόγω των συνεχών προκλήσεων. Το γεγονός της βύθισης της Έλλης σηματοδότησε το τέλος των φιλικών σχέσεων με τις δυνάμεις του Άξονα.
Επίσης, σημαντική παράμετρος της εξωτερικής πολιτικής του καθεστώτος υπήρξε και η συνέχιση των καλών σχέσεων και της προσέγγισης με την Τουρκία, η οποία είχε αρχίσει από τα έτη πρωθυπουργίας του Ελευθερίου Βενιζέλου. Ένας πρόσθετος λόγος που συνέβαλλε σε αυτην την πολιτική ήταν και η ιταλική παρουσία στα Δωδεκάνησα και το Αιγαίο.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ρίξε και εσύ μια αλήθεια ή ένα ψέμα ή κι ακόμα άλλη μιά αοριστία..