Μήπως μέσα από τα λόγια αυτά μπορεί να δικαιωθεί η Μονή
Εσφιγμένου;
Τὸ Ἔθνος ἀφανίστη ὅλως
διόλου καὶ ἡ θρησκεία ἐκκλησία εἰς τὴν πρωτεύουσα δὲν
εἶναι καὶ μᾶς γελᾶνε
ὅλος ὁ κόσμος. ... Ὅ,τι τοῦ λὲς
ἡ θρησκεία δὲν εἶναι τίποτας! Ἀλλοίμονο
῾σ ἐκείνους ὁποῦ χύσανε τὸ
αἷμα τους καὶ θυσιάσανε τὸ δικόν τους νὰ ἰδοῦνε
τὴν πατρίδα τους νὰ εἶναι τὸ
γέλασμα ὅλου τοῦ κόσμου καὶ νὰ καταφρονιῶνται
τ᾿ ἀθῷα αἵματα
ὁποῦ χύθηκαν!
Τα ίδια Παντελάκη μου, τα ίδια
Παντελή μου.
...Ὅσοι
ἔχουν τὴν τύχη μας σήμερον εἰς τὰ χέρια τους, ὅσοι
μας κυβερνοῦν, μεγάλοι καὶ μικροί, καὶ ὑπουργοὶ
καὶ βουλευταί, τὸ ῾χουν σὲ
δόξα, τὸ ῾χουν σὲ τιμή, τὸ
῾χουν σὲ ἰκανότη τὸ
νὰ τοὺς εἰπῆς
ὅτι ἔκλεψαν, ὅτι πρόδωσαν, ὅτι ἤφεραν τόσα κακὰ
εἰς τὴν πατρίδα.2 Εἶναι ἄξιοι ἄνθρωποι
καὶ τιμῶνται καὶ βραβεύονται. Ὅσοι
εἶναι τίμιοι
κατατρέχονται ὡς ἀνάξιοί της κοινωνίας καὶ τῆς πολιτείας.
Αὐτὰ δὲν τὰ
λέγω ἐγὼ μοναχός, τὰ λέγει ὅλο τὸ
κοινὸ καὶ οἱ ῾φημερίδες.
Κι᾿ ὅσα σημειώνω τὰ σημειώνω γιατί δὲν ὑποφέρνω νὰ
βλέπω τὸ ἄδικον νὰ πνίγη τὸ
δίκιον. Διὰ ῾κεῖνο ἔμαθα
γράμματα εἰς τὰ γεράματα καὶ κάνω αὐτὸ
τὸ γράψιμον τὸ ἀπελέκητο, ὅτι
δὲν εἶχα τὸν τρόπον ὄντας
παιδὶ νὰ σπουδάξω· ἤμουν φτωχὸς κ᾿ ἔκανα
τὸν ὑπερέτη καὶ τιμάρευα ἄλογα κι᾿ ἄλλες
πλῆθος δουλειὲς ἔκανα νὰ
βγάλω τὸ πατρικό μου
χρέος, ὁποῦ μας χρέωσαν οἱ χαραμῆδες, καὶ
νὰ ζήσω κ᾿ ἐγὼ
σὲ τούτην τὴν κοινωνίαν ὅσο ἔχω τ᾿
ἀμανέτι τοῦ Θεοῦ εἰς
τὸ σῶμα μου. Κι᾿ ἀφοῦ
ὁ Θεὸς θέλησε νὰ κάμη νεκρανάστασιν εἰς τὴν πατρίδα μου, νὰ
τὴν λευτερώση ἀπὸ τὴν
τυραγνίαν τῶν Τούρκων, ἀξίωσε κ᾿ ἐμένα
νὰ δουλέψω κατὰ δύναμη λιγώτερον ἀπὸ τὸν
χερώτερον πατριώτη μου Ἕλληνα.
Γράφουν σοφοὶ ἄντρες πολλοί, γράφουν
τυπογράφοι ντόπιοι καὶ
ξένοι διαβασμένοι γιὰ τὴν Ἑλλάδα – ἕνα
πράμα μόνον μὲ παρακίνησε
κ᾿ ἐμένα νὰ γράψω, ὅτι
τούτην τὴν πατρίδα τὴν ἔχομεν ὅλοι
μαζί, καὶ σοφοὶ καὶ ἀμαθεῖς καὶ πλούσιοι καὶ
φτωχοὶ καὶ πολιτικοὶ καὶ στρατιωτικοὶ
καὶ οἱ πλέον μικρότεροι ἄνθρωποι· ὅσοι ἀγωνιστήκαμεν, ἀναλόγως
ὁ καθείς, ἔχομεν νὰ ζήσωμεν ἐδῶ. Τὸ λοιπὸν
δουλέψαμεν ὅλοι μαζί, νὰ τὴν φυλάμεν κι᾿
ὅλοι μαζὶ καὶ νὰ
μὴν λέγη οὔτε ὁ δυνατὸς
«ἐγώ», οὔτε ὁ ἀδύνατος.
Ξέρετε πότε νὰ λέγη ὁ καθεὶς «ἐγώ»;
Ὅταν ἀγωνιστῆ μόνος του καὶ
φκειάση, ἢ χαλάση, νὰ λέγη ἐγὼ·
ὅταν ὅμως ἀγωνίζονται πολλοὶ
καὶ φκειάνουν, τότε νὰ λένε «ἐμεῖς».
Εἴμαστε εἰς τὸ «ἐμεῖς» κι᾿ ὄχι
εἰς τὸ «ἐγώ». Καὶ
εἰς τὸ ἑξῆς
νὰ μάθωμεν γνώση, ἂν θέλωμεν νὰ φκειάσωμεν χωριόν, νὰ ζήσωμεν ὅλοι μαζί. Ἔγραψα γυμνὴ τὴν ἀλήθεια,
νὰ εἰδοῦνε ὅλοι
οἱ Ἕλληνες ν᾿ ἀγωνίζωνται διὰ
τὴν πατρίδα τους, διὰ τὴν θρησκεία τους, νὰ
ἰδοῦνε καὶ τὰ
παιδιά μου καὶ νὰ λένε· «Ἔχομεν ἀγῶνες
πατρικούς, ἔχομεν
θυσίες», ἂν εἶναι ἀγῶνες
καὶ θυσίες. Καὶ νὰ μπαίνουν σὲ
φιλοτιμίαν καὶ νὰ ἐργάζωνται εἰς
τὸ καλό της πατρίδας
τους, τῆς θρησκείας τους
καὶ τῆς κοινωνίας. Ὅτι θὰ εἶναι
καλὰ δικά τους. Ὄχι ὅμως νὰ
φαντάζωνται γιὰ τὰ κατορθώματα τὰ πατρικά, ὄχι νὰ πορνεύουν τὴν
ἀρετὴ καὶ νὰ
καταπατοῦν τὸν νόμον καὶ νά ῾χουν τὴν
ἐπιρροὴ γιὰ ἰκανότη
(Από τα απομνημονεύματα του στρατηγού Μακρυγιάννη)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ρίξε και εσύ μια αλήθεια ή ένα ψέμα ή κι ακόμα άλλη μιά αοριστία..