Ο φοβερός λήσταρχος που έδρασε σε όλη την Θράκη, ειδικά στην Ροδόπη και έβαλε βαθιά τα νύχια του στην
ορεινή Ροδόπη, στους οικισμούς των Πομάκων και στην νότια Ροδόπη, στους οικισμούς των Πετρωτών και ειδικά της Μαρώνειας. Γι' αυτό θα πρέπει να γνωρίζουμε και να θυμόμαστε σαν Ροδοπαίοι τον τρόπο και που έδρασε.
Γεννήθηκε το 1844 στην Αισύμη της Αλεξανδρούπολης έναν οικισμό που απέχει 22 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Αλεξανδρούπολης, απεβίωσε το 1900 στην Βάρνα της Βουλγαρίας. Άρχισε την δράση του ως Χαϊντούκος (ληστής, αντάρτης) από 20 ετών σε όλη την Θράκη, Ξάνθη, Κομοτηνή, Μαρώνεια, Αλεξανδρούπολη, Φέρες, Αίνο.
Ήταν μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα με πολλά ερωτηματικά, αλλού τον βλέπουμε σαν αιμοσταγή λήσταρχο και αλλού σαν επαναστάτη. Σαν επαναστάτη, γιατί έτσι τους συμφέρει να τον παρουσιάζουν οι Βούλγαροι ιστορικοί. Τον ονομάζουν Βοϊβόδα (καπετάνιο), το πραγματικό του όνομα ήταν Πέτκο (Παρασκευάς στα ελληνικά) Κυριάκωφ Καλογιάννωφ. Ο πατέρας του ήταν προεστός της Αισύμης. Ο Πέτκο ήλθε σε επαφή με την ελληνική επιτροπή που οργάνωνε την Κρητική Επανάσταση και σε ηλικία 24 ετών ήλθε στην Αθήνα όπου με την μεσολάβηση αυτών φοίτησε για ένα χρόνο σε στρατιωτική σχολή των Αθηνών. Ακολούθως πήγε στην Ιταλία όπου βρέθηκε με τον Γαριβάλδη ο οποίος ήταν Ιταλός στρατιωτικός. Από εκεί έφυγε παίρνοντας μαζί του περίπου 200 άνδρες Έλληνες Βουλγάρους και 67 Ιταλούς εθελοντές και πήγανε στην Κρήτη το 1866 για να βοηθήσουνε στην Κρητική Επανάσταση. Οπότε και ονομάστηκε από τους Έλληνες επειδή συμμετείχε στην Κρητική Επανάσταση, Καπετάνιος. Η ομάδα του κατά την καταστολή της επανάστασης από τους Οθωμανούς δεν παραδόθηκε και διέφυγαν στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου απ' όπου επέστρεψαν πάλι στην Ελλάδα.
Ερχόμενος στην Ελλάδα ο Πέτκο άρχισε να συνεχίζει πάλι την διπλή δράση του οργώνοντας τα χωριά της Ροδόπης και της ευρύτερης περιοχής της Θράκης μέχρι την Αίνο επί 12 χρόνια.
Κατά τον Ρωσοτουρκικό απελευθερωτικό πόλεμο το 1877-1978 αναπτύσσει δράση με την ομάδα του, αφού οι Ρώσοι κατέλαβαν την Θράκη και αμνήστευσαν τα αδικήματά του και τον έκαναν συνεργάτη τους. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να κάνει ανενόχλητος μαζί με τους συντρόφους του επιδρομές ακόμα και μέσα στις μεγάλεις πόλεις. Τότε τον βλέπουμε σαν αντικαθεστωτικό Πανσλαβιστή πράκτορα των Ρώσων και η δράση του σχετίζεται περισσότερο με τους απελευθερωτικούς αγώνες των Βουλγάρων, οι οποίοι χάρη στην παρουσία των Ρώσων είχαν στο μυαλό τους την εκτόπιση των Ελλήνων και των Οθωμανών τουλάχιστον από ένα μέρος της Θράκης που θα επέτρεπε στους Βουλγάρους να έχουν έξοδο στο Μπέλα μόρε όπως λένε το Αιγαίο οι Βούλγαροι.
Στην ληστρική του ομάδα μετείχαν και Έλληνες από την Αίνο, την Σμύρνη και την Ακαρνανία. Όταν έκανε ληστρικές επιδρομές στα χωριά δεν τα ξεχώριζε αν ήταν οθωμανικά ή ελληνικά και πολλές φορές όταν έκανε τις επιδρομές κρατούσε την ελληνική σημαία, φορούσε φουστανέλα και μιλούσε ελληνικά.
Οι Βούλγαροι θεωρώντας τον ήρωά τους τον κάνανε ολόσωμο άγαλμα στο Χάσκοβο. Επίσης υπήρχε προτομή του στο λόφο του Γαριβάλδη στη Ρώμη. Μια προτομή του αφού χρηματοδότησε την κατασκευή της την τοποθέτησε σε ιδιόκτητο χώρο ο ντόπιος ιδιοκτήτης ενοικιαζόμενων δωματίων στη γεννέτηρά του την Αισύμη.
Μετά βέβαια την δράση του σαν Πανσλαβιστής ας δούμε και την δράση του σαν λήσταρχος. Έτσι τον βλέπουμε τον Ιανουάριο του 1878 με τριάντα ληστές οι οποίοι είχαν μαζί τους ελληνικές σημαίες εισήλθαν στον οικισμό των Πετρωτών και απήγαγαν όλους τους Οθωμανούς λέγοντάς τους ότι είναι απεσταλμένοι των Ρώσων για να τους υποτάξουν. Κατόπιν τους αφόπλισαν και αφού λαφυραγώγησαν το χωριό σκότωσαν ορισμένους και αποχώρησαν. Από διάφορες μαρτυρίες της εποχής εκείνης φαίνεται η πονηριά του Πέτκο, ο οποίος σε κάθε ληστρική επιδρομή του ύψωνε την ελληνική σημαία και μιλούσε ελληνικά, φορούσε και φουστανέλα ειδικά στα μουσουλμανικά χωριά, για να παραπλανεί τα θύματά του και τις οθωμανικές αρχές οπότε ξεσπούσε στους Έλληνες.
Κάποτε ο πρόκριτος της Μαρώνειας Θωμάς Δ. Χατζή Γιαννούδης ή χοντρός Θωμάς που ήταν και ο πλουσιότερος κάτοικος της περιοχής με πολλούς εργάτες στα κτήματά του και υπηρέτριες στο σπίτι του, επειδή αυτός και όλοι οι κάτοικοι του χωριού αγανακτήσανε από την ληστρική δράση του Πέτκο σκέφτηκε να τον καλέσει μαζί με τους συντρόφους του στο σπίτι του και να τους κάνει τραπέζι προσφέροντάς τους όλα τα καλά φαγητά, κρέατα και ποτά.
Ο Πέτκο δέχθηκε και πήγε με τους συντρόφους του. Εκεί αφού φάγανε και ήπιανε, αφού τέλειωσε το φαγοπότι έδωσε εντολή ο Θωμάς σε μια υπηρέτρια με όνομα Ασπασία να φέρει να φάνε όλοι οι καλεσμένοι του τον Κωνσταντινουπολίτικο αρωματικό χαλβά. Μόλις έφερε η δεκαεξάχρονη όμορφη γαλανομάτα τον χαλβά είπε κρυφά στον Πέτκο: "Μη φάγεται τίποτα" αμέσως ο Πέτκο πήρε τον χαλβά τον έβαλε σε έναν τουρβά χωρίς να δείξει ότι ξέρει κάτι και μαζί με τους συντρόφους του αφού αποχαιρέτησε τον Θωμά φύγανε στα Βουνά. Εκεί για να διαπιστώσει αν η Ασπασία έλεγε την αλήθεια έδωσε όλο τον χαλβά στα σκυλιά τα οποία ψοφήσανε όλα, αλλά σώθηκε η ομάδα του. Τον Μάϊο του 1878 ενώ οι εργάτες του Θωμά Γιαννούδη βρισκόταν στους αγρούς του για εργασίες ο Πέτκο εισήλθε στην Μαρώνεια μαζί με την τριακονταμελή συμμορία του και επί δίωρο τον βασάνιζε για να τον δώσει όσα χρήματα είχε εντός της οικίας του. Τότε αφού πήρε 6.000 χρυσές οθωμανικές λίρες και όλα τα πολύτιμα σκεύη του αναχώρησε για άγνωστη διεύθυνση.
Το ίδιο έτος ο Πέκτο μπαίνει μέσα στην Μαρώνεια και δηλώνει ότι η Μαρώνεια είναι ελεύθερη από τους Οθωμανούς, βέβαια έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού του ότι θα γίνει βουλγάρικη. Εκεί περίμενε να έλθουν οι Ρώσοι από την Κομοτηνή που είχαν πάει. Οι Ρώσοι όμως δεν πήγαν ποτέ στην Μαρώνεια. Σε λίγο ειδοποιήθηκε ένα οθωμανικό στρατιωτικό απόσπασμα υπό την οδηγία του λοχαγού αστυνόμου Χασάν Αγά και περικύκλωσε την Μαρώνεια έχοντας μαζίτου και 2.000 πολίτες μουσουλμάνους. Ο Πέτκο τότε έδωσε εντολή στον αδελφό του Στάϊκο να χτυπήσουν οι καμπάνες των εκκλησιών και να οπλισθούν όλοι.
Οι Μαρωνίτες όμως ενημερώσανε τους Οθωμανούς ότι δεν είναι με το μέρος του Πέτκο και διαχωρίζουν την θέση τους. Αμέσως ο Πέτκο κλείστηκε μαζί με τους συντρόφους του στο σπίτι του Κυριάκου Παναγιώτου. Οι Οθωμανοί αρχίσανε να σπάζουν με τσεκούρια τις πόρτες των σπιτιών με πρόσχημα ότι ψάχνουν τον Πέτκο. Έτσι μπήκανε σε 170 σπίτια και πήρανε ότι πολυτιμότερο είχανε μέσα, μάλιστα μέχρι και τα παλιά και σκισμένα ρούχα τους. Όταν οι Οθωμανοί φθάσανε στο σπίτι του Κυριάκου Παναγιώτου καλέσανε τον Πέτκο να παραδοθεί με το καλό. Ο Πέτκο αρνήθηκε. Τότε οι Οθωμανοί περιλούσανε όλο το σπίτι με πετρέλαιο με σκοπό να τους κάψουνε ζωντανούς. Οι ληστές όμως είχαν ήδη ανοίξει μια τρύπα στον τοίχο που επικοινωνούσε με το διπλανό ακατοίκητο σπίτι απ' όπου βγήκανε μαχόμενοι. Ο Πέτκο πάλι γλύτωσε από την ένοπλη σύρραξη και κρύφτηκε πάλι στα βουνά αφήνοντας πίσω του σκοτωμένους δύο Βούλγαρους και δύο Έλληνες ληστές.
Ο ένας Έλληνας ήταν από την Αίνο και ο άλλος από την Σμύρνη και λεγότανε Βαγγέλης. Από τους Οθωμανούς σκοτωθήκανε 32 άτομα. Τότε ήταν που είπε ο Πέτκο ότι "πέθανε η ελπίδα που η Μαρώνεια θα έμπαινε μέσα στα Βουλγάρικα σύνορα". Υπάρχει και η πληροφορία ότι ο Πέτκο είχε παντρευτεί εκτός από τις δύο Βουλγάρες και με μια Μαρωνείτισσα την οποία γλύτωσε από τους Οθωμανούς όταν προσπαθούσαν να την βιάσουν.
Σε ημέρες που υπήρχε ηρεμία και βρισκότανε στην Μαρώνεια εκκλησιαζότανε στην εκκλησία του Αγίου Ιωάννη. Το 1878 υπογράφεται η συνθήκη της Αγίου Στεφάνου μεταξύ Οθωμανών και Ρώσων και οριοθετηθήκανε τα σύνορα. Οπότε στις 13-7-1878 αναχώρησε ο Πέτκο από την Θράκη και εγκαταστάθηκε στην Βάρνα όπου και απεβίωσε το 1900. Στην Βουλγαρία τον έχουν σαν εθνικό ήρωα. Από τον θάνατό του και μετά 150 περίπου Βούλγαροι γράψανε ποιήματα, τραγούδια και κάνανε ταινίες την ζωή του Πέτκο Βοϊβόδα. Από τα πλούτη που αποκτήσανε ο Πέτκο και η ομάδα του από τις ληστείες πολλά τα κρύψανε στα βουνά της Μαρώνειας και ολόκληρης της Θράκης, τα οποία ακόμα τα ψάχνουν οι "χρυσοθήρες" με χάρτες και με σύγχρονα μηχανήματα.
Ένα περιστατικό το οποίο το διηγηθήκανε σε εμένα προσωπικά κάποιοι γέροντες Πομάκοι από τον Κέχρο πριν 40 χρόνια και το είχανε ακούσει από τους παππούδες τους ότι στο γκρεμισμένο και εγκαταλελειμμένο σήμερα βουλγάρικο χωριό ονόματι Ποντίκια ή Σιτσανλή το οποίο βρίσκεται κοντά στον Κέχρο, κάποιες μέρες φιλοξενούσανε τον Πέτκο κάτι που μαθεύτηκε από τον οθωμανικό στρατό που περικύκλωσε τον οικισμό για να τον συλλάβουν μαζί με την ομάδα του. Οι Βούλγαροι χωρικοί όμως μαζέψανε ένα μεγάλο χρηματικό ποσό σε χρυσό και δωροδοκήσανε τον διοικητή των Οθωμανών οπότε αυτός άφησε ένα κενό στην περικύκλωση του οικισμού με αποτέλεσμα να διαφύγει πάλι ο Πέτκο. Μάλιστα έγινε μεγάλη φασαρία μεταξύ του διοικητή και των Οθωμανών στρατιωτών για το αποτέλεσμα της επιχείρησης αυτής.
Το 1994, δέκα λεωφορεία με 500 περίπου Βουλγάρους που ανήκανε σε συλλόγους που οι πρόγονοί τους καταγότανε από την Θράκη έχοντας στα λεωφορεία φωτογραφίες του Πέτκο Βοεβόδα εισήλθαν μετά από άδεια του υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδος από τον έλεγχο διαβατηρίων Ορμενίου και πήγανε στην Μαρώνεια, εκεί όμως συναντήσανε την αντίδραση των Μαρωνιτών μια και οι διηγήσεις των παππούδων τους τον παρουσιάζανε σαν έναν στυγνό λήσταρχο δολοφόνο και όχι όπως θέλουν να τον παρουσιάσουν οι Βούλγαροι σαν εθνικό ήρωα, οπότε οι Βούλγαροι αποχωρήσανε. Ο απλός κόσμος εκείνης της εποχής χριστιανοί και μουσουλμάνοι, Έλληνες πρόξενοι που υπήρχαν σχεδόν σε κάθε πόλη της Θράκης και οι ελληνικές εφημερίδες του παρουσιάζουν σαν έναν αιμοσταγή λήσταρχο, οι Βούλγαροι σαν ελευθερωτή και οι Ρώσοι σαν δικό τους άνθρωπο. Τελικά πιστεύω ότι ο Πέτκο ήταν μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, ένας στυγνός λήσταρχος αλλά και ένας τριπλός πράκτορας των Ρώσων, των Βουλγάρων αλλά και των Ελλήνων που πήγαινε όπου φυσούσε ο δυνατός άνεμος της εποχής εκείνης. Η ιστορία θα μας το δείξει.
Πηγή
ορεινή Ροδόπη, στους οικισμούς των Πομάκων και στην νότια Ροδόπη, στους οικισμούς των Πετρωτών και ειδικά της Μαρώνειας. Γι' αυτό θα πρέπει να γνωρίζουμε και να θυμόμαστε σαν Ροδοπαίοι τον τρόπο και που έδρασε.
Γεννήθηκε το 1844 στην Αισύμη της Αλεξανδρούπολης έναν οικισμό που απέχει 22 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Αλεξανδρούπολης, απεβίωσε το 1900 στην Βάρνα της Βουλγαρίας. Άρχισε την δράση του ως Χαϊντούκος (ληστής, αντάρτης) από 20 ετών σε όλη την Θράκη, Ξάνθη, Κομοτηνή, Μαρώνεια, Αλεξανδρούπολη, Φέρες, Αίνο.
Ήταν μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα με πολλά ερωτηματικά, αλλού τον βλέπουμε σαν αιμοσταγή λήσταρχο και αλλού σαν επαναστάτη. Σαν επαναστάτη, γιατί έτσι τους συμφέρει να τον παρουσιάζουν οι Βούλγαροι ιστορικοί. Τον ονομάζουν Βοϊβόδα (καπετάνιο), το πραγματικό του όνομα ήταν Πέτκο (Παρασκευάς στα ελληνικά) Κυριάκωφ Καλογιάννωφ. Ο πατέρας του ήταν προεστός της Αισύμης. Ο Πέτκο ήλθε σε επαφή με την ελληνική επιτροπή που οργάνωνε την Κρητική Επανάσταση και σε ηλικία 24 ετών ήλθε στην Αθήνα όπου με την μεσολάβηση αυτών φοίτησε για ένα χρόνο σε στρατιωτική σχολή των Αθηνών. Ακολούθως πήγε στην Ιταλία όπου βρέθηκε με τον Γαριβάλδη ο οποίος ήταν Ιταλός στρατιωτικός. Από εκεί έφυγε παίρνοντας μαζί του περίπου 200 άνδρες Έλληνες Βουλγάρους και 67 Ιταλούς εθελοντές και πήγανε στην Κρήτη το 1866 για να βοηθήσουνε στην Κρητική Επανάσταση. Οπότε και ονομάστηκε από τους Έλληνες επειδή συμμετείχε στην Κρητική Επανάσταση, Καπετάνιος. Η ομάδα του κατά την καταστολή της επανάστασης από τους Οθωμανούς δεν παραδόθηκε και διέφυγαν στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου απ' όπου επέστρεψαν πάλι στην Ελλάδα.
Ερχόμενος στην Ελλάδα ο Πέτκο άρχισε να συνεχίζει πάλι την διπλή δράση του οργώνοντας τα χωριά της Ροδόπης και της ευρύτερης περιοχής της Θράκης μέχρι την Αίνο επί 12 χρόνια.
Κατά τον Ρωσοτουρκικό απελευθερωτικό πόλεμο το 1877-1978 αναπτύσσει δράση με την ομάδα του, αφού οι Ρώσοι κατέλαβαν την Θράκη και αμνήστευσαν τα αδικήματά του και τον έκαναν συνεργάτη τους. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να κάνει ανενόχλητος μαζί με τους συντρόφους του επιδρομές ακόμα και μέσα στις μεγάλεις πόλεις. Τότε τον βλέπουμε σαν αντικαθεστωτικό Πανσλαβιστή πράκτορα των Ρώσων και η δράση του σχετίζεται περισσότερο με τους απελευθερωτικούς αγώνες των Βουλγάρων, οι οποίοι χάρη στην παρουσία των Ρώσων είχαν στο μυαλό τους την εκτόπιση των Ελλήνων και των Οθωμανών τουλάχιστον από ένα μέρος της Θράκης που θα επέτρεπε στους Βουλγάρους να έχουν έξοδο στο Μπέλα μόρε όπως λένε το Αιγαίο οι Βούλγαροι.
Στην ληστρική του ομάδα μετείχαν και Έλληνες από την Αίνο, την Σμύρνη και την Ακαρνανία. Όταν έκανε ληστρικές επιδρομές στα χωριά δεν τα ξεχώριζε αν ήταν οθωμανικά ή ελληνικά και πολλές φορές όταν έκανε τις επιδρομές κρατούσε την ελληνική σημαία, φορούσε φουστανέλα και μιλούσε ελληνικά.
Οι Βούλγαροι θεωρώντας τον ήρωά τους τον κάνανε ολόσωμο άγαλμα στο Χάσκοβο. Επίσης υπήρχε προτομή του στο λόφο του Γαριβάλδη στη Ρώμη. Μια προτομή του αφού χρηματοδότησε την κατασκευή της την τοποθέτησε σε ιδιόκτητο χώρο ο ντόπιος ιδιοκτήτης ενοικιαζόμενων δωματίων στη γεννέτηρά του την Αισύμη.
Μετά βέβαια την δράση του σαν Πανσλαβιστής ας δούμε και την δράση του σαν λήσταρχος. Έτσι τον βλέπουμε τον Ιανουάριο του 1878 με τριάντα ληστές οι οποίοι είχαν μαζί τους ελληνικές σημαίες εισήλθαν στον οικισμό των Πετρωτών και απήγαγαν όλους τους Οθωμανούς λέγοντάς τους ότι είναι απεσταλμένοι των Ρώσων για να τους υποτάξουν. Κατόπιν τους αφόπλισαν και αφού λαφυραγώγησαν το χωριό σκότωσαν ορισμένους και αποχώρησαν. Από διάφορες μαρτυρίες της εποχής εκείνης φαίνεται η πονηριά του Πέτκο, ο οποίος σε κάθε ληστρική επιδρομή του ύψωνε την ελληνική σημαία και μιλούσε ελληνικά, φορούσε και φουστανέλα ειδικά στα μουσουλμανικά χωριά, για να παραπλανεί τα θύματά του και τις οθωμανικές αρχές οπότε ξεσπούσε στους Έλληνες.
Κάποτε ο πρόκριτος της Μαρώνειας Θωμάς Δ. Χατζή Γιαννούδης ή χοντρός Θωμάς που ήταν και ο πλουσιότερος κάτοικος της περιοχής με πολλούς εργάτες στα κτήματά του και υπηρέτριες στο σπίτι του, επειδή αυτός και όλοι οι κάτοικοι του χωριού αγανακτήσανε από την ληστρική δράση του Πέτκο σκέφτηκε να τον καλέσει μαζί με τους συντρόφους του στο σπίτι του και να τους κάνει τραπέζι προσφέροντάς τους όλα τα καλά φαγητά, κρέατα και ποτά.
Ο Πέτκο δέχθηκε και πήγε με τους συντρόφους του. Εκεί αφού φάγανε και ήπιανε, αφού τέλειωσε το φαγοπότι έδωσε εντολή ο Θωμάς σε μια υπηρέτρια με όνομα Ασπασία να φέρει να φάνε όλοι οι καλεσμένοι του τον Κωνσταντινουπολίτικο αρωματικό χαλβά. Μόλις έφερε η δεκαεξάχρονη όμορφη γαλανομάτα τον χαλβά είπε κρυφά στον Πέτκο: "Μη φάγεται τίποτα" αμέσως ο Πέτκο πήρε τον χαλβά τον έβαλε σε έναν τουρβά χωρίς να δείξει ότι ξέρει κάτι και μαζί με τους συντρόφους του αφού αποχαιρέτησε τον Θωμά φύγανε στα Βουνά. Εκεί για να διαπιστώσει αν η Ασπασία έλεγε την αλήθεια έδωσε όλο τον χαλβά στα σκυλιά τα οποία ψοφήσανε όλα, αλλά σώθηκε η ομάδα του. Τον Μάϊο του 1878 ενώ οι εργάτες του Θωμά Γιαννούδη βρισκόταν στους αγρούς του για εργασίες ο Πέτκο εισήλθε στην Μαρώνεια μαζί με την τριακονταμελή συμμορία του και επί δίωρο τον βασάνιζε για να τον δώσει όσα χρήματα είχε εντός της οικίας του. Τότε αφού πήρε 6.000 χρυσές οθωμανικές λίρες και όλα τα πολύτιμα σκεύη του αναχώρησε για άγνωστη διεύθυνση.
Το ίδιο έτος ο Πέκτο μπαίνει μέσα στην Μαρώνεια και δηλώνει ότι η Μαρώνεια είναι ελεύθερη από τους Οθωμανούς, βέβαια έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού του ότι θα γίνει βουλγάρικη. Εκεί περίμενε να έλθουν οι Ρώσοι από την Κομοτηνή που είχαν πάει. Οι Ρώσοι όμως δεν πήγαν ποτέ στην Μαρώνεια. Σε λίγο ειδοποιήθηκε ένα οθωμανικό στρατιωτικό απόσπασμα υπό την οδηγία του λοχαγού αστυνόμου Χασάν Αγά και περικύκλωσε την Μαρώνεια έχοντας μαζίτου και 2.000 πολίτες μουσουλμάνους. Ο Πέτκο τότε έδωσε εντολή στον αδελφό του Στάϊκο να χτυπήσουν οι καμπάνες των εκκλησιών και να οπλισθούν όλοι.
Οι Μαρωνίτες όμως ενημερώσανε τους Οθωμανούς ότι δεν είναι με το μέρος του Πέτκο και διαχωρίζουν την θέση τους. Αμέσως ο Πέτκο κλείστηκε μαζί με τους συντρόφους του στο σπίτι του Κυριάκου Παναγιώτου. Οι Οθωμανοί αρχίσανε να σπάζουν με τσεκούρια τις πόρτες των σπιτιών με πρόσχημα ότι ψάχνουν τον Πέτκο. Έτσι μπήκανε σε 170 σπίτια και πήρανε ότι πολυτιμότερο είχανε μέσα, μάλιστα μέχρι και τα παλιά και σκισμένα ρούχα τους. Όταν οι Οθωμανοί φθάσανε στο σπίτι του Κυριάκου Παναγιώτου καλέσανε τον Πέτκο να παραδοθεί με το καλό. Ο Πέτκο αρνήθηκε. Τότε οι Οθωμανοί περιλούσανε όλο το σπίτι με πετρέλαιο με σκοπό να τους κάψουνε ζωντανούς. Οι ληστές όμως είχαν ήδη ανοίξει μια τρύπα στον τοίχο που επικοινωνούσε με το διπλανό ακατοίκητο σπίτι απ' όπου βγήκανε μαχόμενοι. Ο Πέτκο πάλι γλύτωσε από την ένοπλη σύρραξη και κρύφτηκε πάλι στα βουνά αφήνοντας πίσω του σκοτωμένους δύο Βούλγαρους και δύο Έλληνες ληστές.
Ο ένας Έλληνας ήταν από την Αίνο και ο άλλος από την Σμύρνη και λεγότανε Βαγγέλης. Από τους Οθωμανούς σκοτωθήκανε 32 άτομα. Τότε ήταν που είπε ο Πέτκο ότι "πέθανε η ελπίδα που η Μαρώνεια θα έμπαινε μέσα στα Βουλγάρικα σύνορα". Υπάρχει και η πληροφορία ότι ο Πέτκο είχε παντρευτεί εκτός από τις δύο Βουλγάρες και με μια Μαρωνείτισσα την οποία γλύτωσε από τους Οθωμανούς όταν προσπαθούσαν να την βιάσουν.
Σε ημέρες που υπήρχε ηρεμία και βρισκότανε στην Μαρώνεια εκκλησιαζότανε στην εκκλησία του Αγίου Ιωάννη. Το 1878 υπογράφεται η συνθήκη της Αγίου Στεφάνου μεταξύ Οθωμανών και Ρώσων και οριοθετηθήκανε τα σύνορα. Οπότε στις 13-7-1878 αναχώρησε ο Πέτκο από την Θράκη και εγκαταστάθηκε στην Βάρνα όπου και απεβίωσε το 1900. Στην Βουλγαρία τον έχουν σαν εθνικό ήρωα. Από τον θάνατό του και μετά 150 περίπου Βούλγαροι γράψανε ποιήματα, τραγούδια και κάνανε ταινίες την ζωή του Πέτκο Βοϊβόδα. Από τα πλούτη που αποκτήσανε ο Πέτκο και η ομάδα του από τις ληστείες πολλά τα κρύψανε στα βουνά της Μαρώνειας και ολόκληρης της Θράκης, τα οποία ακόμα τα ψάχνουν οι "χρυσοθήρες" με χάρτες και με σύγχρονα μηχανήματα.
Ένα περιστατικό το οποίο το διηγηθήκανε σε εμένα προσωπικά κάποιοι γέροντες Πομάκοι από τον Κέχρο πριν 40 χρόνια και το είχανε ακούσει από τους παππούδες τους ότι στο γκρεμισμένο και εγκαταλελειμμένο σήμερα βουλγάρικο χωριό ονόματι Ποντίκια ή Σιτσανλή το οποίο βρίσκεται κοντά στον Κέχρο, κάποιες μέρες φιλοξενούσανε τον Πέτκο κάτι που μαθεύτηκε από τον οθωμανικό στρατό που περικύκλωσε τον οικισμό για να τον συλλάβουν μαζί με την ομάδα του. Οι Βούλγαροι χωρικοί όμως μαζέψανε ένα μεγάλο χρηματικό ποσό σε χρυσό και δωροδοκήσανε τον διοικητή των Οθωμανών οπότε αυτός άφησε ένα κενό στην περικύκλωση του οικισμού με αποτέλεσμα να διαφύγει πάλι ο Πέτκο. Μάλιστα έγινε μεγάλη φασαρία μεταξύ του διοικητή και των Οθωμανών στρατιωτών για το αποτέλεσμα της επιχείρησης αυτής.
Το 1994, δέκα λεωφορεία με 500 περίπου Βουλγάρους που ανήκανε σε συλλόγους που οι πρόγονοί τους καταγότανε από την Θράκη έχοντας στα λεωφορεία φωτογραφίες του Πέτκο Βοεβόδα εισήλθαν μετά από άδεια του υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδος από τον έλεγχο διαβατηρίων Ορμενίου και πήγανε στην Μαρώνεια, εκεί όμως συναντήσανε την αντίδραση των Μαρωνιτών μια και οι διηγήσεις των παππούδων τους τον παρουσιάζανε σαν έναν στυγνό λήσταρχο δολοφόνο και όχι όπως θέλουν να τον παρουσιάσουν οι Βούλγαροι σαν εθνικό ήρωα, οπότε οι Βούλγαροι αποχωρήσανε. Ο απλός κόσμος εκείνης της εποχής χριστιανοί και μουσουλμάνοι, Έλληνες πρόξενοι που υπήρχαν σχεδόν σε κάθε πόλη της Θράκης και οι ελληνικές εφημερίδες του παρουσιάζουν σαν έναν αιμοσταγή λήσταρχο, οι Βούλγαροι σαν ελευθερωτή και οι Ρώσοι σαν δικό τους άνθρωπο. Τελικά πιστεύω ότι ο Πέτκο ήταν μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, ένας στυγνός λήσταρχος αλλά και ένας τριπλός πράκτορας των Ρώσων, των Βουλγάρων αλλά και των Ελλήνων που πήγαινε όπου φυσούσε ο δυνατός άνεμος της εποχής εκείνης. Η ιστορία θα μας το δείξει.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ρίξε και εσύ μια αλήθεια ή ένα ψέμα ή κι ακόμα άλλη μιά αοριστία..