Συναντιούνται δυο φίλοι μετά από είκοσι χρονιά που είχαν
τελειώσει το σχολείο, τι κανείς Γιωργή; Τι να κάνω ρε Κώστα ψάχνω να πληρώσω
για το σπίτι μου 100 λίρες γιατί θα μου το πάρουν αλλά άστα αυτά εσύ τι κανείς; Καλά είμαι και έχω κάνει μεγάλη προκοπή να πάρε 100 λίρες για το σπίτι και έχω
τόσα πολλά και θα σου μάθω να κάνεις και εσύ το ίδιο. Στις 5 ώρα να βρεθούμε
εδω. Πράγματι μετά από ώρες συναντώνται και λέει ο πλούσιος Κώστας στον φτωχό
Γιωργή πάμε. Πάνε μια διαδρομή προς τα ψηλά βουνά και βγαίνουν από την πόλη.
Κάποια στιγμή σταμάτησαν σε ένα φαράγγι που στα πλευρά του είχε πολλές σπηλιές
και αρχίζει να φωνάζει ο Κώστας τύχη μου καλή μου τύχη, τύχη του Κώστα βγες
έξω. Σε λίγο βγαίνει μια πεντάμορφη κοπέλα λουσμένη από φως σαν άγγελος και
ρωτάει τι θέλεις πολυαγαπημένε μου Κώστα; Να δεν θέλω άλλα χρήματα μου φτάνουν,
αλλά αυτή απαντά όχι εγώ θα συνεχίσω να σου δίνω .Ο Κώστας λέει στον Γιωργή
παροτρύνοντας τον φώναξε και εσύ την τύχη σου έτσι γίνεται .Αρχίζει ο Γιωργής
και φωνάζει τύχη του Γιωργή τύχη του Γιωργή τύχη του Γιωργή αφού το λέει καμία
εικοσαριά φορές βγαίνει από μια σπηλιά μια γριά φαφούτα κακάσχημη και του λέει
τι θες βρε τζαναμπέτη αχαΐρευτε που με έπιασες στον ύπνο και πήρες τις 100
λίρες! ΟΣΟ ΘΕΛΕΙΣ ΔΟΥΛΕΥΕ, ΟΣΑ ΘΕΛΩ ΘΑ ΣΟΥ ΔΩΣΩ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ρίξε και εσύ μια αλήθεια ή ένα ψέμα ή κι ακόμα άλλη μιά αοριστία..