Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2013

Τίμων ο Αθηναίος


Ο Τίμων φυγάς στον Υμηττό. Ελαιογραφία του Τομά Κουτύρ

O Τίμων ο μισάνθρωπος, ο αρχαιος συμπολίτης και ερημίτης του Υμηττού, όταν ήταν νέος, ήταν πολύ πλούσιος. Αλλά οι κόλακες που τον περιστοίχιζαν, του τα έφαγαν όλα και τον άφησαν πανί με πανί. Και όσο ο Τίμων
φτώχαινε, τόσο λιγόστευε και η αγάπη των φίλων του, διότι δεν ήταν πια σε θέση να ικανοποιεί τις ορέξεις και τα συμφέροντα των κηφήνων. Για την αχαριστία αυτή των πρώην φίλων του που τους είχε ευεργετήσει γενναιόδωρα, ο Τίμων διηγείται πολλά χαρακτηριστικά ανέκδοτα. Σε έναν από αυτούς που ονομαζόταν Φιλιάδης, ο Τίμων είχε χαρίσει ολόκληρο αγρό και είχε προικίσει την κόρη του με 2 τάλαντα, ποσό αρκετά μεγάλο για την εποχή εκείνη. Μία μέρα που ο Τίμων σηκώθηκε και τον εγκωμίασε. Ορκιζόταν πως δεν είχε ακούσει ποτέ του τόσο ωραία φωνή και πρόσθεσε ότι ο Τίμων ήταν μελωδικότερος και από τους κύκνους. Όταν όμως ο Τίμων, θεόφτωχος πια, αρρώστησε κάποτε και πήγε να του ζητήσει βοήθεια για την θεραπεία του, ο Φιλιάδης τον έδιωξε με τις κλωτσιές. Αφού πέρασε αρκετά χρόνια στη φτώχεια, ο Τίμων είτε με την εργασία του είτε από κάποια κληρονομιά, ξανάγινε πλούσιος. Αλλά δεν θέλησε να ανανεώσει τις κοινωνικές του σχέσεις με τους παλιούς του φίλους, που ξαναγύρισαν κοντά του για να φάνε και την καινούρια του περιουσία. Ένας από αυτους, ο Γναθωίδης, ο σιχαμερότερος από τους κόλακες, αφού τον απέφευγε επί πολλά χρόνια, πήγε και τον χαιρέτησε μεγαλόπρεπα. <<Χαίρε, Τίμων, το έρεισμα των Αθηναίων, το καύχημα της Ελλάδας, που στην Ολυμπία νίκησες και στην πυγμαχία και στην πάλη και στην αρματοδρομία…..>> << Μα εγώ δεν πήγα ποτέ στη ζωή μου στην Ολυμπία.>> του είπε ο Τίμων. <<Δεν έχει σημασία κάποτε θα πάς, του απάντησε ο Γναθωνίσης ατάραχος και συνέχισε: Κι έπειτα πολέμησες γενναία στις Αχαρνές, υπερασπιζόμενος την Αθήνα και κατέσφαξες δύο λόχος Πελοποννησίων…>   <<Μα εγώ ποτέ μου δεν σήκωσα όπλα και ούτε είμαι γραμμένος στους καταλόγους της στρατολογίας>> του είπε ο Τίμων και συγχρόνως άρχισε να τον δέρνει αλύπητα. Ο Γναθωνίδης έμπηξε τις φωνές. <<Μην φωνάζεις του λέει ο Τίμων. Θα ήταν γελοίο για μένα που έσφαξα άοπλος δύο λόχους Λακεδαιμονίων, να αφήσω να μου ξεφύγει από τα χέρια μου ένα βρωμερό ανθρωπάριο, χωρίς να του σπάσω τα μούτρα>> Ο Τίμων μία μέρα κατέβηκε στην Αθήνα απρόοπτα και παρουσιάστηκε στην εκκλησία του δήμου και ανέβηκε αμέσως στο βήμα. Η εμφάνιση του προκάλεσε μεγάλη συγκίνηση. Όλοι σίγησαν μπροστά στο παράδοξο θέαμα και περίμεναν με ασυγκράτητη περιέργεια την αγόρευση του μεγάλου μισάνθρωπου. Ο Τίμων άρχισε να μιλάει: << Έχω ένα μικρό οικόπεδο, ώ άνδρες Αθηναίοι, και μέσα σε αυτό έχει φυτρώσει μία συκιά, από την οποία πολλοί Αθηναίοι έχουν κρεμαστεί ως τώρα. Επειδή πρόκειται να οικοδομήσω το οικόπεδο, θέλησα να σας προειδοποιήσω δημόσια, ώστε, αν θέλουν μερικοί από εσάς να κρεμαστούν, να τρέξουν προτού κοπεί η συκιά>> Ο Τίμων, παρ΄όλη του τη μισανθρωπία του, έλεγε πάντα καλά λόγια για τον Αλκιβιάδη. Όταν τον ρώτησαν κάποιοι και τον παρακάλεσαν να τους εξηγήσει το λόγο, ο Τίμων απάντησε:<< Αγαπώ πολύ αυτόν τον εύελπι νεανία, διότι προβλέπω ότι μία μέρα θα προξενήσει μεγάλα δεινά στους Αθηναίους.>> Κάποτε ο Αλκιβιάδης ανακηρύχτηκε αβασάνιστα από τους εύπιστους και άστατους Αθηναίους αρχηγός της <<Ανορθώσεως>>. Ο ανιψιός του Περικλή, που χάριν της δοξομανίας του είχε προετοιμάσει την πανωλεθρία της Σικελία, προπεμπόταν θριαμβευτικά από την Εκκλησία του Δήμου κα χειροκροτούταν με πάταγο για τις ψεύτικες επαγγελίες του. Ο Τίμων παρότι απόφευγε τους πάντες και προ πάντων τους ανάξιους άρχοντες, τον χαιρέτησε μεγαλοπρεπέστατα και τους είπε: <<Θάρρος, Αλκιβιάδη! Χαίρω γιατί αυξάνει η παντοδυναμία σου, που ια χρησιμεύσει ασφαλώς για την τιμωρία του μωρού αυτού λαού>>> 
Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα, Τάκης Νατσούλης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ρίξε και εσύ μια αλήθεια ή ένα ψέμα ή κι ακόμα άλλη μιά αοριστία..