Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2013

Μία δολοφονία και ένας διπλός εκβιασμός.





Κατά τη διάρκεια των συζητήσεων για την σύσταση της Πελοποννησιακής Γερουσίας και της ψήφισης του Συντάγματος, σημειώθηκαν δύο πολύ σημαντικά γεγονότα. Μία δολοφονία και ένας διπλός εκβιασμός. Και τα δύο γεγονότα είχαν ως ήρωες τους Υδραίους. Η δολοφονία, που παρακάτω περιγράφεται, πέρα από την τραγικότητά της, περιέχει και το σασπένς ένος πολύπλοκου αστυονικού θρίλερ, με καταδιώξεις, απόπειρες και εντολές δολοφονίας του υποψήφιου θύματος, συλλήψεις, καταδόσεις, προδοσίες, συνωμοσίες, φυλακίσεις, αποδράσεις, κρυφές συνεργασίες κρατικών αρχών και επίσημες εντολές δολοφονίας. Το σήμερα, που έρχεται από το χθες!

 Ο Αντώνης Οικονόμου, ήταν ένας νέος
Υδραίος καπετάνιος, που παραμονές της ελληνικής επανάστασης, ψάχνοντας για δουλειά, πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου μυήθηκε στην Φιλική Εταιρία και γνώρισε από κοντά τους επιτρόπους της Αρχής. Γεμάτος ενθουσιασμό, γύρισε στην Ύδρα, τον Μάρτιο του 1821 ύψωσε τη σημαία της Επανάσταση, ξεσήκωσε όλους τους κατοίκους της, κατήργησε τις εξουσίες των προεστών, που δεν ήθελαν την επανάσταση- και γιατί να την θέλουν;- και ανέλαβε ο ίδιος τη διοίκηση του νησιού. Υποχρέωσε τους προκρίτους (Κουντουριώτιδες, Τσαμαδό, Μπουντούρη, Γκίκα κ.α.), να ανοίξουν τις κάσες τους, να δώσουν γρόσια στο κίνημα, να μοιράσουν όπλα στο λαό και να ετοιμαστούν τα υδραίικα πλοία για δράση. Τη στιγμή αυτή φτάνει στην Ύδρα από το Άργος , ο Νεόφυτος Βάμβας, γραμματέας του Υψηλάντη και πείθει τον Οικονόμου να μην χτυπήσει με τα πλοία του, μια μοίρα του τουρκικού στόλου, που ναυλοχούσε απέναντι από την Ύδρα όπως είχε αποφασίσει, αλλά να πάνε να απελευθερώσουν την ιδιαίτερη πατρίδα του Χίο. Έτσι και έγινε. Άλλα δεν μπόρεσαν να πείσουν τους Χιώτες να επαναστατήσουν και γύρισαν πίσω. Τώρα,  πως βρέθηκε στη κατάλληλη στιγμή ο Βάμβας στην Ύδρα, τι ακριβώς επεδίωκε, ποιος τον ειδοποίησε να έρθει, θα φανερωθεί από αυτά που ακολούθησαν. Όταν γύρισε ο στόλος από τη Χίο, τέλος Απριλίου 1821, η αντίδραση, δεν άργησε να δείξει τα δόντια της. Οι προύχοντες, σαν πέρασε ο πρώτος αιφνιδιασμός του προηγούμενου μήνα, ήξεραν ακριβώς τι έπρεπε να κάνουν, με αυτόν τον ρέμπελο, ξέμπαρκο, πραγματικά ξεβράκωτο, με την χιλιομπαλωμένη του βράκα, επαναστάτη, που αμφισβητούσε το βιός τους και την εξουσία τους. Δύο δικά τους παιδιά, ξεμονάχιασαν τον Οικονόμου και άρχισε το πιστολίδι. Στον δρόμο για το διοικητήριο συνάντησαν και τον Αντώνη Κριεζή, εκείνουν του Μιαούλη τον νταή. Τραβά και αυτός την πιστόλα και όλοι μαζί, τρέχουν να σκοτώσουν το νέο παρείσακτο διοικητή. Προσπαθεί ο Οικονόμου να σωθεί και αντιλαλούν στα στενά της Ύδρας οι πυροβολισμοί. Τελικά, μετά από περιπετειώδη καταδίωξη, σε στεριά και σε θάλασσα, τον συλλαμβάνουν, τον επιβιβάζουν σε μία βάρκα και διατάσσουν τους ναύτες να τον περάσουν απέναντι στην Πελοπόννησο και να τον σκοτώσουν. Κάποιοι όμως ανώνυμοι μέχρι σήμερα ναύτες, επιβάλλονται στους υπόλοιπους και τον αφήνουν ελεύθερο στο Κρανίδι. Στην Ύδρα εκείνες τις ημέρες, είχε πάει να ζητήσει βοήθεια, από τους Υδραίους, κάποιος Σωτήρης Θεοχαρόπουλος, μικροκαπετάνιος από τα Καλάβρυτα. Εκείνοι αρνήθηκαν τη βοήθεια, όσο ο Οικονόμου ήταν ζωντανός. Έρχεται λοιπόν ο Θεοχαρόπουλος στο Κρανίδι τον συλλαμβάνει με τη βοήθεια του Ηγουμένου του Μοναστηριού, του Αγίου Γεωργίου του Φενεού, Ναθαναήλ- ένας Θεός ξέρει γιατί το έκανε αυτό ένας  καλόγερος- και τον φυλακίζει σε κάποιο μοναστήρι των Καλαβρύτων. Από τα Καλάβρυτα, όμως ο Οικονόμου, δραπετεύει και πηγαίνει να κρυφτεί στο μοναστήρι του Ναθαναήλ, που νόμιζε ότι είναι φίλος του. Εν τω μεταξύ, όσοι οπαδοί του, κατάφεραν να φύγουν από την Ύδρα, είχαν ενωθεί με το σώμα του Κολοκοτρώνη και συμμετείχαν στην πολιορκία της Τριπολιτσάς. Από το Φενεό, φεύγει και πάλι, αφού προηγουμένως γράφει στην Κολοκοτρώνη στο Ναύπλιο, ότι καταβαίνει στο Άργος να συναντηθεί μαζί του. Ο Κολοκοτρώνης , που γνωρίζει τα αισθήματα των Υδραίων και μερικών κοτσαμπάσηδων των Πατρών και των Καλαβρύτων, απέναντι στον Οικονόμου, στέλνει επειγόντως τον στρατηγό Δημήτρη Τσόκρη, να τον προλάβει έξω από το Άργος και να τον κρατήσει εκεί, μέχρι να πάει ο ίδιος να τον συναντήσει. Ταχύτεροι όμως οι καλόγεροι του Φενεού, έχουν ήδη ειδοποιήσει τον ηγούμενο Ναθαναήλ, που βρίσκεται στο Άργος και πολιτεύεται, για την σύσταση της Πελοποννησιακής Γερουσίας. Εκείνος με τη σειρά του, ενημερώνει τον Σωτήρη Χαραλάμπη κα τον Αντρέα Λόντο κα τον <<άγιο αδελφό>> του, παπά-καλόγερο Βάμβα, τον γραμματέα, όπως είπαμε, του Υψηλάντη, που συνδέεται στενά με τους προύχοντες της Ύδρας. Ο Βάμβας πείθει τον αγαθό Υψηλάντη, ο οποίος ήταν ακόμη αρχιστράτηγος και δεν διακρινόταν για την υψηλή του ευφυΐα, ενώ ο Βάμβας ήταν πειστικός ρήτορας, να εκδώσει διαταγή να σκοτώσουν τον Οικονόμου, όρο απαράβατο τον οποίον είχαν προβάλει οι Υδραίοι, για να συμμετάσχουν στις εργασίες, τόσο της Πελοποννησιακής Γερουσίας, όσο και της Εθνοσυνέλευσης της Επιδαύρου. Την εντολή της εκτέλεσης, πήρε ο Ανδρέας Λόντος, που χρησιμοποίησε ως <<εκτελεστή>>, τον παλληκαρά του, Ξύδη. Ο Ξύδης πρόλαβε τον Οικονόμου κοντά στο Κουτσοπόδι της Κορινθίας και τον άφησε στον τόπο. Μόλις λίγα λεπτά αργότερα κατέφθασε εκεί ο Τσόκρης, για να βρει το πτώμα του Οικονόμου να το θάψει. Όλα τα παραπάνω, γράφουν οι ιστορικοί, γίνανε κρυφά από όλους τους υπόλοιπους οπλαρχηγούς και καπεταναίους, που είχαν συγκεντρωθεί στο Άργος και στο Ναύπλιο, γιατί, αν τα μάθαιναν, θα αντιδρούσαν και δεν θα άφηαν να γίνει αυτή η ατιμία. << Αυτό το τέλος είχεν ο άνθρωπος, που εκινητοποίησε την Ύδρα. Υπήρξεν πραγματικός ήρως, πατριώτης και αγνός άνθρωπος και η θέσις της φυσιογνωμίας του εις την ιστορίαν είναι μεταξύ των πρώτων μεγάλων παραγόντων του αγώνο…>> Όπως πάντα κανείς δεν τιμωρήθηκε για το έγκλημα αυτό. Το αντίθετο μάλλον συνέβη. Όλοι οι ένοχοι επιβραβεύτηκαν. Ειδικότερα ο αυτουργός της δολοφονίας Νεόφυτος Βάμβας, έγινε, επί Όθωνα, καθηγητής της Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, και από μικρά παιδιά του Δημοτικού, μαθαίνουμε για αυτόν ότι ήταν <<επιφανής κληρικό, διδάσκαλος του Γένους>> Αμήν! Αλλά οι Υδραίοι δεν αρκέστηκαν στο κεφάλι του Οικονόμου για να συγκατατεθούν να συμμετέχουν στις συνελεύσεις. Ξεσήκωσαν και τους άλλους νησιώτες και όλοι μαζί ζητούσαν τώρα για να ψηφίσουν το Σύνταγμα να συμπεριληφθεί σε αυτό διάταξη, με την οποίο η Πελοπόννησος και μόνο αυτή, θα ήταν υποχρεωμένη να τους αποζημιώσει, για τα έξοδα που είχαν κάνει από την αρχή της Επανάστασης μέχρι τότε. Και την αποζημίωση δεν την ήθελαν σε μετρητά, αλλά σε εθνικά κτήματα της αργολικής πεδιάδας και του Ναυπλίου, διότι <<εγίγνωσκον, ότι το να γίνει η αποζημίωσις εις μετρητά ήτον αδύνατον, καθότι, κατά τον λογαριασμόν των ανέβαινε η ποσότης εις πολλά μιλιούνια, και επομένως έπρεπε να γίνη με γαίας εθνικάς ή αποζημίωσις. Δια τούτο ήθελον υπόσχεσιν από μόνην την Πελοπόννησον, εις την οποίαν, ως γειτονικόν μέρος, επεθύμουν να έχουν κτήματα, και μάλιστα τον κάμπον του Ναυπλίου και του Άργους, όπου εχρησίμευε και ο Αργολικός Κόλπος δια το ναυτικό τους…>> Μπροστά στο αρβανίτικο πείσμα των Υδραίων, οι Μοραΐτες υποχώρησαν και για να μην ματαιωθεί η ψήφιση του Συντάγματος, αποδέχτηκαν την εκβιαστική διάταξη. Όταν όμως λέμε <<νησιώτες>> δεν εννοούμε τους ναύτες και τους ψαράδες των νησιών. Εκείνοι που αξίωναν αποζημίωση ήταν οι μαγαλοκαραβοκύρηκες, κυρίως της ‘Υδρας, των Σπετσών και των Ψαρών. Οι Κουντουριώτηδες, ο Ορλάνδος, ο Μιαούλης, οι Κριεζήδες, ο Μπόταση, ο Σκούρτης και πολλοί άλλοι. Όλοι αυτοί, αφού είχαν κατακτήσει τη θάλασσα με τα καράβια τους και είχαν συσσωρεύσει τεράστιο πλούτο, με το εμπόριο, τις πειρατείες και την παραβίαση του εμπάργκο, κατά τους Ναπολεόντειους πολέμους, ήθελαν τώρα να γίνουν και φεουδάρχες στην γειτονική στεριά. Και η Πελοπόννησος ήταν τόσο κοντά. Ενώ στην Ευρώπη η φεουδαρχία είχε καταργηθεί από τον 13ο αιώνα, στην Ελλάδα, μόλις τώρα αποπειράθηκε να εμφανισθεί, με καθυστέρηση έξι αιώνων, όπως γίνεται πάντοτε, με ότι μας έρχεται από το εξωτερικό.
Από το βιβλίο: Όλα στο Φως του Θεόδωρου Παναγόπουλου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ρίξε και εσύ μια αλήθεια ή ένα ψέμα ή κι ακόμα άλλη μιά αοριστία..