Σάββατο 18 Οκτωβρίου 2014

Ο Νίκος Τσιφόρος γράφει για την Θρησκεία



Το κοροϊδιλίκι των ανθρώπων πάνω στο οποίο βασίζεται κάθε θρησκεία είναι πανομοιότυπο από την πρώτη μέρα μέχρι και σήμερα. Σε φωνάζει
-Άνθρωπε, σου λέει, εσύ είσαι το κέντρο της γης, έτσι;
Και συ είσαι το κέντρο της γης. Μάλιστα. Από σένα ξεκινάει το βλέμμα και φτάνει μέχρι απάνω στα ακίνητα και παγωμένα αστέρια και από σένα ξεκινάει η ακοή που πιάνει το τραγούδι των φύλλων και η μουσική του Τσαϊκόφσκυ, από σένα

ξεκινάνε οι πόθοι, ο φόβος του αύριο, τα γενετήσια ένστικτα, η απληστία, το μίσος να καταστρέψεις, η λαχτάρα να δημιουργήσεις, ο αγώνας να διατηρηθείς, όλα από σένα, κι εδώ μέσα στο στήθος σου, δεξιώτερα από την καρδιά νιώθεις ένα τόσο δα πραγματάκι που είναι κάποιο πουλάκι από άνεμο και το λένε ψυχή, να θέλεις και να μη θέλεις, το πιστεύεις ότι στο τέλος εσύ είσαι το κέντρο της δημιουργίας του Σύμπαντος και την ψωνίζεις ότι είσαι σπουδαίος και μέγας και το σκέφτεσαι σε κείνο το μυστήριο ραντάρ που λέγεται <<υποσυνείδητο>>.
-Ναι, ρε, εγώ είμαι. Μάλιστα, εγώ. Βεβαίως. Πως; Τι;
Σούδωσε το χρυσό χάπι η θρησκεία, η όποια θρησκεία και νάναι και γελάει μέσα της και σου κάνει απ' όξω της:
-Τα βλέπεις, ρε μπαγασάκο;
Και ξαφνικά, εκεί που είσαι καταυχαριστημένος γιατί έγινες κέντρο, σου ρίχνει ένα φάσκελο:
-Να, κόπανε!
Απορείς, το λοιπόν. <<Παρακαλώ, πως φασκελώνετε ένα κέντρο της δημιουργίας; Να έχετε και ανατροφή>>. 

Η θρησκεία ξεκαρδίζεται αναιδέστατα μέσα στα μούτρα σου.
-Θα πεθάνεις ρε κόπανε.

Εδώ σου κόβονται τα ποδάρια. Κιτρινίζεις.
-Ορίστε;
-Θα πεθάνεις, ρε.
Κακιά η κουβέντα να φας τη γλώσσα σου και κουνήσου από την θέση σου, έλα όμως πούναι κι αλήθεια.....
-Μάλιστα θα πεθάνεις λέει η θρησκεία, και τα λουλούδια θα ανθίζουν την άνοιξη και θα κυλάνε τα ασημόνερα τα ρυάκια και θα γυρίζουν τα ντονέρια να σπανε μύτες και θα φοράνε τα κορίτσια λιλά φορέματα. Όλα θα είναι όμορφα, φωτεινές ρεκλάμες, αυτοκίνητα, πικνίκια, πεταλούδες που χορεύουν γύρω από το φως. 
Διάολος τον πατέρα του! Για σκέψου! Πάλι θα υπάρχουνε αυτά και συ τίποτα. Θα σ'έχουνε χώσει μέσα στη γη, κει πέρα σε κάνα αχάριστο νεκροταφείο, στην αρχή θα'ρχετε η στοργή να σ'ανάψει κάνα παλιοκάντηλο και να σου πούνε τρισάγιο, μετά θα σε ξεχάσουνε και οι κοντινές σου στοργές, θαρχίσουν να χαμογελάνε δειλά για να το φτάσουνε αργότερα στο μπασαδούρικο χάχανο, τίποτις κοπρόσκυλα μπορεί να κατουράνε τον τάφο σου, και πιο μετά, σε δύο γενεές κανένας δεν θα σε μελετάει-ποιος μελετάει τον προπάππο του;- και δεν θα μείνεις βλάκα μου, ούτε καν <<σποδός αναμνήσεων>> στον κόσμο.
Τώρα σε μαγκώνουνε οι κρυάδες

-Ώχου! Ρε τι πάθαμε!
Εδώ σε περιμένει η θρησκεία. Να σε ρίξει μέσα στη στέρνα με την απελπισία και τώρα σου δίνει το χέρι. 
-Έλα
-Τι;
-'Ελα ρε κορόιδο, δεν θα πεθάνεις, σε σ'αφήνω εγώ.
-Σοβαρά;
-Δηλαδή, στάσου. Νάμαστε εξηγημένοι, θα πεθάνεις,αλλά, που θα το πάω εγώ; Που θα το πάω, ντιχτιριντί!! 
-Που;
-Εις την ζωήν την αιώνιον.
Και τότε σ'ανοίγει μία πόρτα και σε μπάζει μέσα ο Χριστιανός σε ένα παράδεισο γαλαζοπεριβολάτον και ο Μουσουλμάνος σε έναν μελοπιλάφατο και ο Ινδουϊστής σε μία νιρβάνα της απόλυτης γαλήνςης και το κάθε κέρατο τον έχει φτιάξει τον παράδεισο με δικό του σκηνογράφο και τον ρεκλαμάρει πια σαν τουριστικό γραφείο <<Βιζιτέ αλ Καναρί>> τέτοια ωραία πράγματα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ρίξε και εσύ μια αλήθεια ή ένα ψέμα ή κι ακόμα άλλη μιά αοριστία..